Λογοτεχνικά μου κείμενα

Ο βαθύτερος νους σου

Απόσπασμα από επιστολή μου με θέμα την "εσωτερική δουλειά" που χρειάζεται να κάνουμε  για να ξεπεράσουμε (όχι να "καταπιέσουμε") τα απωθημένα από την παιδική μας ηλικία   Είναι μία ή ώρα και γράφω αυτό το γράμμα από τις έξι περίπου. Φανταζόμουν ότι μέχρι το βράδυ θα το τελείωνα. Πριν ένα τέταρτο ήρθε ένας γείτονας και χτυπούσε την πόρτα, σώνει και καλά να μου μιλήσει. Τελικά αναγκάστηκα να απαντήσω: «Δεν μπορώ τώρα. Σε παρακαλώ πες ό,τι θέλεις και φύγε. Πες ό,τι θέλεις και φύγε.» Έφυγε. (Έχει έρθει κι άλλες φορές και ξέρω ότι δεν θέλει τίποτα το ιδιαίτερο. Σε λίγο ή αύριο, όταν υπάρξει ευκαιρία, θα μπορέσω να του μιλήσω.) Αλλά απλά και μόνο επειδή έβαλα τη φυσική ενέργεια και φώναξα, μου έφυγε η πνευματική ενέργεια και τώρα δεν μπορώ να γράψω. Κάθομαι να γράψω αλλά δεν αντλώ από ένα βαθύ μέρος μέσα μου. Τι θα έπρεπε να κάνω; Προσπαθώ να κερδίσω χρόνο. Θα μου ξαναέρθει η έμπνευση; Δεν νιώθω το ίδιο μου το πνεύμα, νιώθω το βάρος των δαχτύλων που δακτυλογραφούν, το βάρος του σώματος. Υπάρχει μια βασική δυαδικότητα στη ζωή. Η ύλη και το πνεύμα. Περνάμε όλη μας τη ζωή φροντίζοντας την ύλη – γιατί είμαστε αναγκασμένοι, γιατί έτσι πρέπει ή γιατί αυτό επιθυμούμε, αυτό μάς φαίνεται να έχει νόημα. Και τελικά μια ωραία μέρα ο θάνατος έρχεται, τραβά το σώμα κάτω στη γη και ελευθερώνει την ψυχή. Αλλά η ψυχή χωρίς σώμα δεν είναι ο πλήρης εαυτός μας. Είναι ο μισός εαυτός, και κάποτε θα εκδηλώσουμε ξανά τον υλικό εαυτό μας, ενωνόμενοι και πάλι με ένα σώμα στην ύλη. Μέχρι που και αυτό θα φθαρεί, και θα χρειαστεί να ξαναφύγουμε, και θα συνεχίσουμε σε έναν κύκλο ερχομών και αναχωρήσεων, χωρίς να ξέρουμε τι μας κινεί, τι είναι αυτό που ψάχνουμε, πού βρίσκεται η εκπλήρωση, ποιον δρόμο πρέπει να τραβήξουμε. Άπειρες είναι οι λύπες που θα νιώσουμε, κι είναι πιο έντονες, πιο ισχυρές απ’ τις χαρές, γιατί κάθε χαρά της ζωής σκιάζεται από το φόβο του θανάτου. Αρρώστιες, οικονομικά προβλήματα, ένας κόσμος όπου όλα είναι χωριστά – είσαι χωρισμένος από κάθε υλική και συναισθηματική πηγή ευτυχίας. Ζεις διχασμένος. Οι πνευματικές διδασκαλίες σε κάνουν να θυμηθείς αυτό το κομμάτι που σου λείπει, το αιώνιο, και σε καθοδηγούν στο να χρησιμοποιήσεις την εμπειρία σου στην ύλη για να το βρεις. Το μόνο που χρειάζεται πάντα να θυμάσαι είναι ότι η πηγή της ολοκλήρωσης δεν είναι υλική, γιατί και η ίδια η ύλη είναι διχασμένη σε πολλές μορφές, διαρκώς πεθαίνει, αλλοιώνεται, φθείρεται και υποφέρει. Είναι άφαντη, αόρατη η αθάνατη ουσία. Βρίσκεται μέσα στον ίδιο σου τον νου. Δεν είναι η σκέψη, δεν είναι το συναίσθημα, δεν είναι η αντίδραση, δεν είναι η πίκρα, δεν είναι τα απωθημένα, δεν είναι καμιά ελπίδα για ευτυχία στην ύλη, για μια καινούργια και χαρούμενη μέρα, για ένα παιχνίδι με τους φίλους στο πάρκο ή ένα κολύμπι στη θάλασσα. Δεν είναι η σκέψη που σχετίζεται με οτιδήποτε γήινο, εντυπώσεις που εισέρευσαν μέσα μας κάποια στιγμή της ζωής μας και μας γέμισαν με φόβο ή πόθο, με αρέσκεια ή απαρέσκεια. Όλη τούτη η φαντασμαγορία –των αντικειμένων, των συναισθημάτων, των μνημών, των απωθημένων–, όλη τούτη η εναλλαγή των υλικών και νοητικών εμπειριών, έχει μια κοινή πηγή. Ακριβώς όπως, όταν κοιμόμαστε, όλος ο κόσμος που βιώνουμε προέρχεται απ’ το νου μας, από ένα κοινό κέντρο, ομοίως και στην εγρήγορση το ίδιο το σώμα μας και μαζί τα αντικείμενα που το περιβάλλουν προέρχονται από μια κοινή πηγή, μια αχτίδα. Πού βρίσκεται αυτή; Ακριβώς όπως ο ήλιος φωτίζει από ψηλά στέλνοντάς μας τις αχτίδες του, με τον ίδιο τρόπο υπάρχει μια αχτίδα, εκπορευόμενη από έναν νοητικό ήλιο, που είναι η ίδια η ραχοκοκαλιά του κόσμου όπου ζούμε. Γι’ αυτό, αν προσέξεις, στην κβαντική φυσική περιγράφεται μια κεντρική ενέργεια απ’ την οποία όλα τα σωματίδια της ύλης ξεπηδούν. Αυτή η ενέργεια σε αδρανή μορφή είναι αυτό που αποκαλούμε «νου» μας. Ο ίδιος ο νους μας είναι η αχτίδα που μας ενώνει με το κέντρο του κόσμου, που μας εκπληρώνει φανερώνοντας ως άλλες μας πλευρές τα πράγματα και τους ανθρώπους που μέχρι τώρα θεωρούσαμε ξένους προς εμάς – τους γονείς μας, την πείνα, το φονιά μας. Όταν όλα γίνονται ένα, και αποκαλύπτεται η ενέργεια που τα γέννησε και ταυτιζόμαστε με αυτή, δεν υπάρχει πια θάνατος. Γιατί δεν υπάρχουν επί μέρους υπάρξεις. Πώς θα ταυτιστούμε με αυτό που δεν πεθαίνει; Ποιος είναι ο τρόπος η συνείδηση του όντος να αποκτήσει ανεξάρτητη και πλήρη ζωή; Χρειάζεται, σε κάθε εμπειρία μας, να επισημαίνουμε και να ταυτιζόμαστε με την ενεργειακή πλευρά της εμπειρίας. Κάθε φόβος έχει πίσω του μια ενέργεια. Κάθε έχθρα έχει πίσω της μια ενέργεια. Αυτή μπορεί να σε κάνει να κλάψεις, να αυτοκτονήσεις, να ουρλιάξεις. Υπάρχει ένα πυρ που διαπερνά την ύπαρξη και που το νιώθουμε στην ύλη, το νιώθουμε στην καρδιά μας. Απομονώνοντας αυτή την πύρινη πλευρά της εμπειρίας μας, συσσωρεύοντάς την και θρέφοντάς την με πύρινα βιώματα (η νηστεία, ας πούμε, προσφέρει ένα πύρινο βίωμα) βάζουμε φωτιά στο νου μας. Φέρνουμε μια έκρηξη στο νου μας η οποία αφυπνίζει την Αχτίδα – την ένωσή μας με την κεντρική ενέργεια του σύμπαντος. Μέσα στα χρώματα του ουράνιου τόξου της βλέπουμε τότε τις διάφορες εμπειρίες μας, τους διάφορους φόβους και πίκρες μας, το όλο σόου αυτού του κόσμου, αλλά εμείς είμαστε έξω από αυτό. Συγχρόνως, όλο αυτό είναι μέσα μας. Ενώ είμαστε έξω από οτιδήποτε περιορισμένο –όπως ο θεατής διαφέρει από τον ηθοποιό που βλέπει στη σκηνή-, ταυτόχρονα η Αχτίδα αυτή φωτίζει το νου μας και μας κάνει να βιώνουμε εκ των έσω το κάθε πράγμα που αυτή η Αχτίδα δημιουργεί. Το σώμα μας πάλλεται στο κέντρο του κόσμου, δονείται ενεργειακά στην ίδια συχνότητα με την πηγή. Τότε δεν υπάρχουν ούτε εχθροί ούτε φίλοι, ούτε χαρές ούτε λύπες, ούτε ελπίδες ούτε απογοητεύσεις. Υπάρχει μια κατάσταση πληρότητας μέσα στην ουσία, η οποία δεν μπορεί να περιγραφεί.   Το παραπάνω κομμάτι το έγραψα ως μια προσπάθεια να αντιμετωπίσω δημιουργικά την πτώση της ενέργειάς μου που επήλθε με την επίσκεψη του γείτονα. Είχα θυμώσει πολύ με την επίσκεψή του (με την επιμονή του) και ο αγριεμένος νους μου πεταγόταν πάνω, τον έπιανε από το γιακά και τον χτυπούσε. Τέτοιος είναι ο νους. Είναι μια τρελή μαϊμού, δαγκωμένη από φίδι. Πώς να καθυποτάξεις το νου, πώς να ηρεμήσεις το νου, πώς να φέρεις αρμονία και χαρά, το δημιουργικό και το απρόοπτο, μια αίσθηση ζωής; Μα μήπως δεν είναι ζωή ο θυμός αυτός; Στην εξωτερική ζωή βγαίνεις θυμωμένος από το σπίτι, βροντάς την πόρτα του γείτονα, του λες «γιατί με ενόχλησες πρωτύτερα; Μου κατέστρεψες την έμπνευση», τον βρίζεις ή οπλίζεις το δίκαννο και βαράς. Στην εσωτερική ζωή αφήνεις όλη αυτή την μπόρα να ξεσπάσει μέσα σου. Μπορεί να βρέχει μερόνυχτα και πολλές φορές μπορεί να μουσκευτεί το μαξιλάρι σου από απρόσκλητα δάκρυα. Αλλά τελικά, κρατώντας την μπόρα μέσα σου και αντέχοντας το ξέσπασμά της, αφυπνίζεται και ρέει ένα μέχρι πρότινος άγνωστο σιντριβάνι, που σε δροσίζει κάτω από τον ήλιο. Τι δόξα έχει το σώμα το φωτεινό! Το σώμα το ενεργειακό, το σώμα το αθάνατο, πώς λάμπει! Έχεις δει ποτέ αθάνατο σώμα; Έχεις δει σώμα από λαμπερή ουσία; Είναι σαν να βλέπεις τον ήλιο, μία φλογερή διάνοια που σε διατρυπά και γνωρίζει τα μυστικά σου. Συμβαίνουν όλα πέραν του χρόνου και του χώρου. Η πικρία έχει τη δική της λογική. Οι μνησίκακες πράξεις έχουν τη δική τους λογική. Η ειρωνεία, η κοροϊδία, η θυμωμένη απόρριψη, έχουν τη δική τους λογική. Αλλά το σώμα που λάμπει έχει τη δική σου λογική. Είναι ο ίδιος σου ο βαθύτερος νους.
Read more

Η Διδασκαλία της Αγάπης

(Διήγησή μου σχετικά με τη διδασκαλία της αγάπης στην κουλτούρα της γιόγκα)

Έχω μείνει για χρόνια σε πνευματικά κέντρα (άσραμ) στην Ελλάδα και στην Ινδία. Τα κέντρα αυτά έχουν ομοιότητες και διαφορές με τα δικά μας ''μοναστήρια". Η βασική τους διαφορά είναι ότι δεν στηρίζονται σε, ή προωθούν, κάποιο συγκεκριμένο θρησκευτικό δόγμα. Ας πούμε αν είσαι χριστιανός ή μουσουλμάνος δεν παίζει καμιά διαφορά. Ομοιότητες είναι το κοινό πρόγραμμα για όλους, το οποίο αναρτάται σε πίνακα ανακοινώσεων, και η έμφαση στην αγάπη. Η παρούσα δημοσίευση αφορά την εκπαίδευση στην αγάπη, που λαμβάνει κανείς σε ένα πνευματικό κέντρο.

Αν εξαιρέσουμε τη διδασκαλία του Χριστού, που νομίζω στη σημερινή εποχή ελάχιστοι παίρνουν στα σοβαρά, όταν λέμε αγάπη εννοούμε τη φυσική έλξη που νιώθει κανείς προς κάποια μέλη του αντίθετου φύλου και προς τα παιδιά του. Θεωρείται φυσικό οι σχέσεις μας με τους υπόλοιπους ανθρώπους να διακατέχονται από καχυποψία, αδιαφορία, τοίχους και χωρίσματα: οι άλλοι έχουν διαφορετικές πεποιθήσεις, διαφορετικά θρησκεύματα, μπορεί να μας κάψουν και να μας λεηλατήσουν. Αλλά σε ένα πνευματικό κέντρο τα πράγματα είναι αλλιώς. Εδώ θεωρείται ότι η αγάπη είναι η βάση της ζωής, ή, για να το πω αλλιώς, ότι κανένας δεν είναι ξεχωριστός από κανέναν. Είμαστε όλοι σαν συγκοινωνούντα δοχεία και ενωνόμαστε απ' το νερό της αγάπης. Είμαστε σα νησιά και ενωνόμαστε κάτω απ' την επιφάνεια, στη στεριά του ίδιου του βυθού. Οι άνθρωποι που ενσαρκώνουν αυτή την αγάπη είναι οι πνευματικοί δάσκαλοι. Αν δεν υπήρχαν αυτοί, ούτε καν θα φανταζόσουν ποτέ ότι σε ενώνει μια κρυμμένη σχέση αγάπης με κάποιον άγνωστο. Τα πρώτα χρόνια που μένει κανείς σε ένα άσραμ, ζει σε μια προσωπική κόλαση. Αφήνω κατά μέρος τα λιγοστά υλικά αγαθά που σου παρέχονται - αυτά είναι ένα άλλο κεφάλαιο. Υπάρχει μια κόλαση που σχετίζεται με την ίδια την ψυχολογία σου, που δημιουργείται από τις καθημερινές εντάσεις στις σχέσεις σου με τους άλλους. Οι εντάσεις αυτές δημιουργούνται από την εγγενή σου επιθετικότητα, την οποία η ακαδημαϊκή εκπαίδευση που έχεις περάσει δεν σε έμαθε να αναγνωρίζεις. Διαφορετικοί λαοί εκφράζουν αυτή την επιθετικότητα με διαφορετικούς τρόπους. Οι Έλληνες την εκφράζουν πιο χειροπιαστά, με φωνές, μπούγιο και κατηγορίες. Λαοί που έχουν περάσει περισσότερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση την εκφράζουν με πιο διανοητικό τρόπο. Συχνά με τον τόνο της φωνής και την επιλογή των λέξεων. Ας πούμε μια Αγγλίδα δεν θα σε αποκαλούσε ποτέ ''τσογλάνι'', όπως θα μπορούσε να κάνει ένας Ελληναράς. Αντ' αυτού θα έλεγε: «Γιατί, ''αγαπητέ'' μου, δεν καθάρισες τη σάλα της υποδοχής; Δεν ήταν το καθήκον σου να την καθαρίσεις;» Οι Άγγλοι, αλλά και οι Δυτικοί γενικότερα, είναι ''μανούλες'' στο να καλύπτουν την επιθετικότητά τους με εκφράσεις επιφανειακά αβρές. Βλέπετε, έχουμε ένα χριστιανικό παρελθόν και δεν θεωρείται θεμιτό να νιώθουμε αρνητικά προς τον ''συνάνθρωπό μας''. Ωστόσο, ποτέ δεν εκπαιδευτήκαμε στο να μεταβάλλουμε την ψυχολογία μας, κι εκεί είναι που αρχίζουν τα ευτράπελα. Τα πρώτα χρόνια, λοιπόν, κανείς ζει μέσα στην κόλαση των σχέσεων που δημιουργεί με τους άλλους. Σημειώστε ότι αναγκάζεται να βρεθεί με ανθρώπους που δεν έχει επιλέξει, ούτε μπορεί να τους ξεφορτωθεί όταν αγριέψει ή περάσει στην αδιαφορία προς αυτούς, όπως κάνουμε με τους ερωτικούς μας παρτενέρ. Βρίσκει αυτά τα ίδια άτομα, με τα οποία έχει δημιουργήσει προστριβές, μπροστά του συνεχώς. Οι χώροι ενός άσραμ είναι περιορισμένοι και όταν συναντάς αυτόν με τον οποίο δημιούργησες προστριβή, η θύμηση και η ενόχληση που προέρχεται από αυτήν αναδύονται και πάλι στο νου σου και, μέρα με τη μέρα, οι μνήμες και τα σχετικά συναισθήματα αποκτούν μια δομή που σε συνθλίβει. Γιατί δεν δημιουργεί το άσραμ χώρους χωριστούς όπου θα μπορούν να ζουν, σαν έθνη ξεχωριστά, ας πούμε, ομάδες των οποίων τα μέλη αισθάνονται θετικά το ένα προς το άλλο; Πρώτον, γιατί αυτό είναι πολύ δύσκολο να γίνει κι επειδή, αν γινόταν, θα δημιουργούνταν εύκολα προστριβές μεταξύ των ομάδων, λόγω αυτού του τύπου της συνείδησης, ότι άλλο ΕΜΕΙΣ και άλλο ΑΥΤΟΙ. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι αντικείμενο εκπαίδευσης σε ένα άσραμ θεωρείται η εκμάθηση της αγάπης. Το να αγαπήσεις τον ερωτικό σου σύντροφο της κάποιας δεδομένης στιγμής έρχεται φυσικά, αλλά η ύπαρξη απλώνεται πέρα απ' τα στενά όρια αυτής της σχέσης. Πίσω απ' τη στενή αυτή καρδιά που έχει χώρο μόνο για έναν (και ακόμα κι αυτός αλλάζει σε διαφορετικές στιγμές της ζωής σου) βρίσκεται μια ευρύτερη καρδιά η οποία αντικατοπτρίζει την επίγνωση ότι, κατά βάθος, κάτω από την επιφάνεια, στο βυθό, ''όλα τα νησιά συνδέονται''. Αυτή η επίγνωση δεν είναι σωματική, γιατί στο υλικό σώμα είμαστε όντως όλοι ξεχωριστοί. Η επίγνωση είναι ψυχική. Ήταν ένα από αυτά τα χρόνια. Στο διπλανό κρεβάτι στον κοιτώνα του άσραμ έμενε ο Ράκα, ένας άγριος Γιουγκοσλάβος καρατερίστας που δούλευε επίσης μαζί μου στα μαγειρεία. Κανένας δεν αντάλασσε λόγια μαζί του. Όταν δεν έπλενε καζάνια φώναζε πολεμικές κραυγές και χτυπούσε βίαια τον αέρα. Μια μέρα καθόταν σε ένα παγκάκι και πήγα και κάθισα κι εγώ δίπλα του. Μου είπε: ''Εγώ κάθομαι εδώ''. Του είπα: ''Τώρα κάθισα κι εγώ''. Αμέσως σηκώθηκε κι έφυγε. Απ' εκείνη τη στιγμή με αντιπάθησε πάρα πολύ και κάθε φορά που με έβλεπε φώναζε: ''Θα σου σπάσω ΟΛΑ ΤΑ ΚΟΚΑΛΑ''. Κάποιος άλλος τρόφιμος μου είπε να μην φοβάμαι, διότι αν με έδερνε θα τον έδιωχναν απ' το άσραμ. Αλλά αν με ένα χτύπημα μου έσπαζε τα δόντια, τι σημασία θα είχε για μένα αν μετά τον έδιωχναν; (Έτσι κι αλλιώς, αυτός δεν ήταν μόνιμος, θα έφευγε μετά από κανένα χρόνο). Μίλησα για το θέμα στην πνευματική μου δασκάλα, η οποία καθοδηγούσε τα πράγματα στο άσραμ. Μου είπε: ''Σανκάλπα, αν μπορείς να αγαπήσεις αυτό τον άνθρωπο, μπορείς να αγαπήσεις όλους τους ανθρώπους! Δες το σαν μια μεγάλη ευκαιρία που σου δίνεται. Τον φίλο του ο καθένας τον αγαπάει, αλλά μπορείς να αγαπήσεις τον εχθρό σου;'' Της είπα: ''Σουάμιτζι, εγώ δεν θέλω να ακολουθήσω τη διδασκαλία του Χριστού. Είμαι ένας απλός άνθρωπος και θέλω να κρατήσω την ασφάλειά μου και τα σύνορά μου με τους άλλους''. Μου είπε: ''Πίστεψέ με, Σανκάλπα, μέχρι η καρδιά μας να ανοίξει πέρα από τα σύνορα αυτά, δεν υπάρχει ευτυχία. Δεν υπάρχει ευτυχία στη συνηθισμένη ζωή. Για να ευτυχίσεις, χρειάζεται να ξεπεράσεις τους τωρινούς περιορισμούς της καρδιάς σου''. Της είπα: ''Σουάμιτζι, νιώθω πολύ επιθετικά προς αυτόν. Τι να κάνω;'' Είπε: ''Μην ενδίδεις στις επιθετικές διαθέσεις του νου σου. Παρατήρησε αυτή την επιθετικότητα και αποστασιοποιήσου από αυτή. Να είσαι πάντα φιλικός και ανοιχτός προς αυτόν, σα να 'ταν αδελφός σου. Αυτό θα επηρεάσει και τον ίδιο για να ξεπεράσει τη δική του επιθετικότητα. Είμαστε όλοι σε ένα καράβι και χρειάζεται να κρατήσουμε το πηδάλιο με σταθερά και σοφά χέρια, για να μη συγκρουστεί στα βράχια''. Μία μέρα συνέβη το εξής: Ήμουν καθισμένος στο πεζουλάκι έξω απ' τις τουαλέτες, και αυτός, πίσω μου, κατέβαινε απ' τις τουαλέτες για να βγει έξω. Μόλις με είδε ταράχτηκε. Τις τελευταίες μέρες με απόφευγε και δεν περνούσε από κοντά μου, αλλά τώρα δεν είχε επιλογή γιατί ο χώρος ήταν στενός. Τον άκουσα να οπισθοχωρεί, πίσω μου, και να λέει: ''Όχι, όχι, δεν μπορείς να το κάνεις αυτό Σανκάλπα, δεν μπορείς να κλείνεις το πέρασμα στους άλλους...''. Και ξαφνικά τον είδα, με μια αποφασιστική κίνηση, να έρχεται προς τα εμένα, προφανώς για να μου χυμήξει. Πετάχτηκα πάνω έντρομος και υποκλινόμενος μπροστά του είπα: ''Μα Ράκα, όχι, προς Θεού, ο δρόμος είναι ανοιχτός, πέρασε...!'' Και τότε ένα απίστευτο πράγμα συνέβη. Τον κοίταξα στα μάτια κι αισθάνθηκα ότι αυτός υπέφερε πιο πολύ από μένα. Και με μιας ο φόβος κι ο θυμός μου πέρασε κι αισθάνθηκα συμπόνια. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα τι εννοούσε ο Χριστός όταν έλεγε: ''αγαπάτε αλλήλους''. Δεν μιλούσε για το γείτονά σου, αλλά γι’ αυτόν που μένει στην απέναντι όχθη. Δεν μιλούσε για τον οικείο σου, αλλά για τον άνθρωπο που έχει διαφορετική πεποίθηση από σένα. Αισθάνθηκα ότι η ευτυχία πράγματι περιμένει αυτούς που, κατεβάζοντας την ενέργεια από το νου στην καρδιά, ξέρουν να μετατρέπουν τις εκλεπτυσμένες εκφράσεις και τα πονηρά διανοήματα σε μια άδολη και παράλογη επικοινωνία.
Read more